Οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη με υψηλά επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα δεν υποβάλλονται στη θεραπεία που χρειάζονται, σύμφωνα με τη μεγαλύτερη έως τώρα μελέτη που αντιπροσωπεύει 147 εκατομμύρια ανθρώπους.
Πηγή : Web Only
Τα υψηλά επίπεδα της χοληστερόλης αποτελούν έναν από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για έμφραγμα και για εγκεφαλικό, που αποτελούν την κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως κοστίζοντας ετησίως 17 εκατομμύρια ζωές.
Η νέα μελέτη συμπεριλαμβάνεται στο τρέχον Δελτίο (Bulletin) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Όπως αναφέρει, οι περισσότεροι ασθενείς δεν υποβάλλονται σε θεραπεία με αντιχοληστερολαιμικά φάρμακα, ακόμα κι αν γνωρίζουν ότι έχουν πρόβλημα χοληστερόλης.
Τα στοιχεία καλύπτουν μια δεκαετία (από το 1998 έως και το 2007) και αφορούν την Αγγλία, τη Γερμανία, την Ιαπωνία, την Ιορδανία, το Μεξικό, τη Σκωτία, την Ταϊλάνδη και τις ΗΠΑ.
Όπως γράφουν οι ερευνητές, η πλειονότητα των ασθενών στις μεσαίου εισοδήματος και στις εύπορες δυτικές χώρες δεν παίρνουν στατίνες, οι οποίες μπορούν να μειώσουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού.
Σύμφωνα με την ανάλυσή τους, από χώρα σε χώρα παρατηρούνται μεγάλες διακυμάνσεις στην διάγνωση ή/και στην αντιμετώπιση της υπερχοληστερολαιμίας. Στην Ταϊλάνδη, λ.χ., το 78% των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα και είχαν υψηλή χοληστερόλη, δεν το ήξεραν καν, ενώ στην Ιαπωνία το 53% των ασθενών το ήξεραν μεν αλλά δεν έκαναν θεραπεία.
Το χαμηλότερο ποσοστό αδιάγνωστων πασχόντων το είχαν οι ΗΠΑ με 16%, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό επιτυχημένης θεραπείας είχε η Γερμανία με 4%.
Τις καλύτερες επιδόσεις απ’ όλες τις χώρες είχε το Μεξικό, όπου η διάγνωση και η αποτελεσματική θεραπεία αφορούσε το 58% των ασθενών.
«Τα αντιχοληστερολαιμικά φάρμακα διατίθενται ευρέως, είναι πολύ αποτελεσματικά και μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών νοσημάτων», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Γκρέγκορυ Ροθ, από το Ίδρυμα Αξιολόγησης της Υγείας (IHME) των ΗΠΑ. «Ωστόσο, η κάλυψη των ασθενών για τον έλεγχο της υψηλής χοληστερόλης παραμένει απογοητευτικά χαμηλή».
Η ανάλυση βασίστηκε σε στοιχεία από 79.039 ενήλικες από τις παραπάνω χώρες, ενώ ως αποτελεσματική θεραπεία θεωρήθηκε εκείνη που μειώνει τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης κάτω από 240 mg/dl, αν και φυσιολογικά θεωρούνται τα επίπεδα κάτω από 200 mg/dl.
Στην Ελλάδα
Αν και στη νέα ανάλυση δεν συμπεριλαμβάνεται η χώρα μας, υπάρχουν αντίστοιχα στοιχεία από ελληνικές μελέτες. Το 2004, λ.χ., δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση «Atherosclerosis» μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον καθηγητή Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Χριστόδουλο Στεφανάδη και κύριο ερευνητή τον κ. Δημοσθένη Παναγιωτάκο, αναπληρωτή καθηγητή Βιοστατιστικής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Όπως έδειξε, στην χώρα μας υψηλή χοληστερόλη έχουν πάνω από 3 εκατομμύρια ενήλικες.
Από αυτούς, ο ένας στους τρεις δεν το ξέρει, ενώ ακόμα και μεταξύ όσων κάνουν θεραπεία για να την αντιμετωπίσουν, μόλις ο ένας στους δύο κατορθώνει να την ελέγξει.
Σύμφωνα με την μελέτη αυτή, το 46% των Ελλήνων και το 40% των Ελληνίδων ηλικίας άνω των 18 ετών έχουν ολική χοληστερόλη πάνω από το φυσιολογικό όριο – με τα αντίστοιχα ποσοστά στους νέους ηλικίας 30-40 ετών να είναι 36% για τους άντρες και 21% για τις γυναίκες.
Η ελληνική μελέτη αποκάλυψε επίσης ότι ο ένας στους τρεις άνδρες και η μία στις δύο γυναίκες που γνωρίζουν ότι έχουν αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης, δεν κάνουν καμία θεραπεία για να τα διορθώσουν.
Από τους υπόλοιπους, ο ένας στους τρεις (άνδρες και γυναίκες) προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα προσέχοντας τη διατροφή τους, ενώ το 31% των ανδρών και το 20% των γυναικών παίρνουν και φάρμακα. Παρ' όλα αυτά, μόνον ο ένας στους δύο απ' όσους παίρνουν φάρμακα (49% για τους άνδρες και 51% για τις γυναίκες) κατορθώνουν να φέρουν την χοληστερόλη τους στα επιθυμητά επίπεδα.
Μείωση με... ψωμοτύρι και κρέας!
Μεταγενέστερη μελέτη (του 2006) της ίδιας ερευνητικής ομάδας, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Lipids in Health and Disease», είχε δείξει ότι στην Ελλάδα προσπαθούμε να ρίξουμε την χοληστερίνη με… ψωμοτύρι, κρέας και γλυκά, καθώς στην συντριπτική πλειονότητά τους οι ασθενείς αδυνατούν να κάνουν τα φρούτα, τα λαχανικά, τα ψάρια και τα όσπρια «κορμό» της διατροφής τους - και έτσι περιορίζονται σε μικρές τροποποιήσεις της διατροφής τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στους μη πάσχοντες από αυξημένη χοληστερόλη η μέση κατανάλωση κόκκινου κρέατος την εβδομάδα ανέρχεται σε 2,9 μερίδες, οι ασθενείς τρώνε μόλις μισή μερίδα λιγότερη.
Αντίστοιχα, όσοι δεν έχουν πρόβλημα χοληστερόλης τρώνε 1,3 μερίδες ψάρι την εβδομάδα κατά μέσον όρο ενώ οι ασθενείς μόλις 1,5. Όσον αφορά την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, οι υγιείς τρώνε 14,5 μερίδες εβδομαδιαίως και οι ασθενείς περίπου μία περισσότερη.
Πόσο θα έπρεπε να τρώνε οι ασθενείς; Οι διατροφικές συστάσεις για να είναι κανείς υγιής επιτάσσουν τουλάχιστον 3 μερίδες φρούτα και λαχανικά την ημέρα, 3 μερίδες ψάρι την εβδομάδα και το πολύ 1 μερίδα κόκκινο κρέας (στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το χοιρινό) την εβδομάδα. Όμως οι 7 στους 10 ασθενείς έτρωγαν λιγότερο από 10 μερίδες φρούτα και λαχανικά την εβδομάδα, μόνο 1 μερίδα ψάρι και 2,5 μερίδες την εβδομάδα κρέας.
Για τη ρύθμιση της χοληστερόλης απαιτείται υγιεινή διατροφή, συστηματική φυσική δραστηριότητα (π.χ. περπάτημα), διακοπή του καπνίσματος και – κατά περίπτωση – φαρμακευτική αγωγή.
Πηγή : Web Only