Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

Εύθραυστη η καρδιά μετά τον καρκίνο του μαστού



Οι περισσότερες γυναίκες οι οποίες εμφανίζουν καρκίνο στο μαστό είναι πάνω από την ηλικία των 50 ετών, ηλικία όμως κατά την οποία οι γυναίκες αρχίζουν ήδη να αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Αν και οι περισσότεροι ασθενείς δεν θα αναπτύξουν καρδιαγγειακές επιπλοκές, όλες οι γυναίκες οι οποίες υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή για καρκίνο του μαστού πρέπει να γνωρίζουν κάποια βήματα – σε ρόλο «κλειδί»- προκειμένου να προστατεύσουν την καρδιά τους.
Λαμβάνοντας την αγωγή για την καρδιά
Ο καρκίνος του μαστού αφαιρείται με ογκεκτομή (lumpectomy), δηλαδή με αφαίρεση του καρκινικού όγκου, ή με μαστεκτομή (αφαίρεση όλου του μαστού) και/ ή αγωγή με συνδυασμό θεραπειών για να εμποδιστεί τυχόν υποτροπή της νόσου και μετάστασή της. Στη θεραπευτική αγωγή συμπεριλαμβάνονται ένα ή περισσότερα χημειοθεραπευτικά φάρμακα, ακτινοβολίες και, ανάλογα με τον τύπο του καρκίνου του μαστού, αντιοιστρογόνα φάρμακα. Μερικά ίσως κρύβουν και ένα μικρό καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα είναι φάρμακα τα οποία καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα. Στη διαδικασία εξόντωσης του καρκίνου, ορισμένα μπορούν να προκαλέσουν βλάβη στην καρδιά, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε καρδιαγγειακά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένης της καρδιακής ανεπάρκειας – μιας κατάστασης που είναι απειλητική για τη ζωή και συμβαίνει όταν η καρδιά είναι πολύ εξασθενημένη για να μπορέσει να αντλήσει αρκετό αίμα προς τα ζωτικά όργανα και τους ιστούς του σώματος.
Το trastuzumab (Herceptin) είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα το οποίο συνταγογραφείται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση ενός επιθετικού τύπου καρκίνου του μαστού, γνωστού ως HER2+. Μελέτες δείχνουν όι το 2-4% των γυναικών που λαμβάνουν το φάρμακο αυτό αναπτύσσουν καρδιοπάθεια, και αυτός ο κίνδυνος είναι αυξημένος σε ασθενείς οι οπ οίες προηγουμένως υποβλήθηκαν σε θεραπεία με ένα άλλο χημειοθεραπευτικό φάρμακο, ονόματι doxorubicin (Adriamycin). Τέλος, άλλες ασθενείς μπορούν να εμφανίσουν μόνο μείωση στην ικανότητα άντλησης της καρδιάς τους.
Τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα – ονομαζόμενα και αναστολείς αγγειογένεσης, όπως το becacizumab (Avastin) – έχουν συσχετιστεί με υπέρταση και δημιουργία θρόμβων αίματος και, σε σπάνιες περιπτώσεις, οι γυναίκες που λαμβάνουν taxanes, όπως paclitaxel (Taxol), μπορούν να αναπτύξουν αρρυθμίες (ανώμαλους καρδιακούς παλμούς). Ο καρδιαγγειακός κίνδυνος είναι «οξύς» με τις περισσότερες χημειοθεραπευτικές αγωγές – που σημαίνει ότι εξαφανίζεται μόλις σταματήσετε να λαμβάνετε το φάρμακο. Ωστόσο, μέχρι το 2% των γυναικών που παίρνουν anthracyclines μπορούν να συνεχίσουν να αναπτύσσουν καρδιοπάθεια για περισσότερα από 20 χρόνια αφότου σταματήσουν τη θεραπευτική αγωγή, κάτι που δείχνει έναν μακροπρόθεσμο κίνδυνο όσον αφορά αυτή την κατηγορία φαρμάκων.
Τα αντιοιστρογόνα φάρμακα λαμβάνονται μόνα τους ή ως ενισχυτική θεραπευτική αγωγή μαζί με ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία από όλες τις γυναίκες με οιστρογόνο – υποδοχέα – θετικό καρκίνο του μαστού – έναν συνήθη τύπο καρκίνου του οποίου η ανάπτυξη πυροδοτείται από τα οιστρογόνα. Οι προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες τυπικώς λαμβάνουν tamoxifen, φάρμακο που εμποδίζει τις επιδράσεις του οιστρογόνου στα καρκινικά κύτταρα.
Το tamoxifen δημιουργεί πολύ μικρό κίνδυνο στην καρδιά, αλλά η θρόμβση στις εν τω βάθει φλέβες (σχηματισμός θρόμβων αίματος συνήθως στα πόδια) μπορεί να αποτελεί λόγο ανησυχίας. Οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, των οποίων οι ωοθήκες δεν παράγουν πια οιστρογόνα, λαμβάνουν έναν αναστολέα αρωματάσης (AI), όπως το letrozole (femara), ο οποίος δεσμεύει το ένζυμο που μετατρέπει τα ανδρογόνα σε οιστρογόνα στους διάφορους ιστούς. Επειδή τα οιστρογόνα έχουν καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες (γι' αυτό οι γυναίκες κινδυνεύουν ελάχιστα να αναπτύξουν καρδιακή νόσο πριν από την έναρξη της εμμηνόπαυσης), εμποδίζοντας το σχηματισμό τους, μπορούμε να διαπιστώσουμε απροσδόκητη αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου στη γυναίκα. Μια μικρή αύξηση έχει διαπιστωθεί στις καρδιακές προσβολές μεταξύ των γυναικών που λαμβάνουν ΑΙ, σε μερικές μελέτες, αλλά όχι σε άλλες.
Η ακτινοθεραπεία συνιστάται επιπλέον των άλλων θεραπευτικών αγωγών σε πολλές γυναίκες με μέτριοι έως προχωρημένο στάδιο καρκίνου του μαστού. Η έρευνα έχει δείξει ότι, χρόνια μετά τις θεραπευτικές αγωγές με ακτινοθεραπεία, οι γυναίκες οι ο ποίες υποβλήθηκαν σε αγωγή καρκίνου του μαστού – ειδικότερα καρκίνου της αριστερής πλευράς – έχουν περισσότερες πιθανότητες να συνεχίσουν να υποφέρουν από ένα κύριο καρδιαγγειακό συμβάν.
Ωστόσο, πολλοί από τους συνδέσμους ακτινοθεραπείας και καρδιαγγειακών επιπλοκών βασίζονται σε στοιχεία από ασθενείς οι οποίες υπεβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία στο μαστό μεταξύ 1970 και 1980, όταν οι τεχνικές ακτινοθεραπείας ήταν λιγότερο εξελιγμένες από τις σημερινές. Η σύγχρονη τεχνολογία ακτινοθεραπείας έχει ελαχιστοποιήσει δραματικά τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, επιτρέποντας στους γιατρούς να χρησιμοποιούν ισχυρότερες και περισσότερο εστιασμένες δόσεις ακτινοθεραπείας.
Για παράδειγμα, μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό International Journal of Radiation Oncology παρακολούθησε περισσότερες από 40.000 ασθενείς με καρκίνο του μαστού ηλικίας 65 ετών και άνω, οι οποίες υποβλήθηκαν σε θεραπευτική αγωγή μεταξύ 1992 και 2000. οι ερευνητές διαπίστωσαν πως γυναίκες οι οποίες υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες να πάθουν καρδιακή προσβολή αργότερα σε σύγκριση με εκείνες δεν υποβλήθηκαν σε ακτινοθεραπεία.
Επομένως, σήμερα, οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι ο κίνδυνος ανάπτυξης καρδιοπάθειας υπάρχει, αλλά είναι σχετικά μικρός.
Μήπως βρίσκεστε σε άμεσο κίνδυνο;
Σε γυναίκες ηλικίας 70 ετών και άνω, με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο ή με παράγοντες κινδύνου γι' αυτήν (όπως κάπνισμα, υψηλή πίεση του αίματος, υψηλά επίπεδα LDL «κακής» χοληστερόλης, διαβήτη και παχυσαρκία), υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για καρδιοαγγειακές επιπλοκές. Γυναίκες με περισσότερο επιθετικούς καρκίνους βρίσκονται επίσης σε αυξημένο κίνδυνο, επειδή, για την αντιμετώπιση της κατάστασής τους, υποβάλλονται σε εντονότερες θεραπευτικές αγωγές – με μεγαλύτερη έκθεση σε φάρμακα με καρδιοτοξικότητα.
Ο προσωπικός σας γιατρός ή ο γιατρός πρωτοβάθμιας φροντίδας μπορεί να αξιολογήσει τον καρδιαγγειακό σας κίνδυνο και να προσδιορίσει ποιοι – εάν υπάρχουν κάποιοι – παράγοντες κινδύνου χρειάζεται να αντιμετωπιστούν με αλλαγές στον τρόπο ζωής και, εάν είναι απαραίτητο, με φάρμακα.
Ο ογκολόγος σας μπορεί να ζητήσει τη μέτρηση της γραμμής βάσης του αριστερού κοιλιακού κλάσματος εξώθησης (left ventricular ejection fraction – LVEF), που δείχνει τη δυναμικότητα του παλμού της καρδιάς. Το LVEF είναι σημαντικό για την ανάλυση του μελλοντικού κινδύνου ανάπτυξης καρδιακής ανεπάρκειας εξαιτίας χημειοθεραπευτικών φαρμάκων. Η μέτρηση αυτή γίνεται εύκολα, με ένα ηχόγραμμα της καρδιά σας. Οι γυναίκες με χαμηλό LVEF (κάτω από 50%) μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης συμπτωμάτων συμφορητικης καρδιακής ανεπάρκειας και αυτές οι πληροφορίες πρέπει να εκτιμώνται όταν αποφασίζεται η επιλογή της καλύτερης θεραπευτικής αγωγής του καρκίνου.
Τέλος, είναι σημαντικό να ακολουθείτε έναν υγιεινό τρόπο ζωής για την καρδιά σας όταν υποβάλλεστε σε θεραπευτική αγωγή για καρκίνο του μαστού. Η Αμερικανική Ένωση Καρδιάς συνιστά 30 έως 60 λεπτά μέτριας εντάσεως άσκηση ημερησίως, με τη διατήρηση της περιφέρειας της μέσης κάτω από 89 εκατοστά και του δείκτη μάζας σώματος (BMI) κάτω από 25 – ακολουθώντας μια διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και όσπρια, σταματώντας το κάπνισμα και καταναλώνοντας όχι πάνω από ένα αλκοολούχο ποτό την ημέρα.


Ιατρικό Περιοδικό "Popular Medicine"
Installed and Designed by iks-Team.com